Πέμπτη 26 Νοεμβρίου 2009

Ο ΠΡΥΤΑΝΙΣ ΤΡΕΛΛΑΘΗΚΕ, ΤΑ ΔΙΝΕΙ ΟΛΑ ΤΖΑΜΠΑ

Μιὰ μέρα ποὺ κατέβηκα στὴν ἔνδοξη Ἀθήνα
θυμήθηκα πὼς μοῦ ‘λεγαν κάποιοι παλιοί μου φίλοι
τ’ ἀπίστευτα τοῦ πρύτανι κι ἀλλόκοτα ἐκεῖνα
χουβαρδαλίκια πού ‘κανε μὲ κρατικὸ κονδύλι.
Καὶ ἔτσι τὸ ἀποφάσισα νὰ πάω νὰ τοῦ μιλήσω
καὶ μιὰ ἐξυπηρέτησι μικρὴ νὰ τοῦ ζητήσω.

Μὴ μὲ περνᾶτε γιὰ φτωχὸ καὶ βρόμικο ἐπαίτη
ποὺ πῆρα τόσο ἀψήφιστα ἀπόφασι καὶ πῆγα
σὰν κλασσικὸς νεοέλληνας ἕνα μικρὸ ῥουσφέτι
δὲν δικαιοῦμαι τάχατες γιὰ χρήματα ὀλίγα;
Σὰν ἔφτασα στοῦ πρύτανι βαριὰ τὴν θύρα κρούω
καὶ μιὰ φωνὴ ποὺ μὲ καλεῖ νὰ μπῶ ἐντὸς ἀκόυω.

Μπαίνω καὶ κλείνω πίσω μου μ’ εὐγένεια τὴν θύρα
καὶ βλέπω τοῦ Μετσόβειου τὸν πρύτανι σκυμμένο
μὲ θλῖψι στὸ γραφεῖο του νὰ πίνῃ κρύα μπύρα
μπροστά του ἔχοντας χαρτὶ στὰ δύο διπλωμένο.
Τὸ ἔκλεινε καὶ τ’ ἄνοιγε, τὸ διάβαζε καὶ πάλι
στενάχωρα μὲ νόημα κουνῶντας τὸ κεφάλι.

«Συγγνώμη κύριε πρύτανι» τοῦ λέγω καὶ σωπαίνω·
ἐκεῖνος πάλι νόημα μοῦ κάνει νὰ καθίσω
καὶ σβήνει τὸ τσιγάρο του ποὺ ἀπ’ ὥρα ἀναμμένο
σ’ ἕνα τασάκι κάπνιζε ἀπ’ τὸ ποτῆρι πίσω.
«Ἐμπρός», μοῦ λέγει, «τί μὲ θές;, γιά πές μου μάνι μάνι
εἶμαι λιγάκι βιαστικὸς κι ὁ χρόνος μου δὲν φτάνει.

Μὲ κάλεσε ὁ εἰσαγγελεὺς γιὰ κάποιες καταθέσεις
γιατὶ στὸ Indymedia παρέχω προστασία
κι ἀπ’ τοῦ ΟΤΕ τὴν σύμβασι γιὰ δωρεὰν συνδέσεις
ἐκχώρησα μερίδιο ἀπ’ τὴν ὑπηρεσία».
«Ἄ! ἐπ’ αὐτοῦ θὰ ἤθελα» τοῦ εἶπα «νὰ μιλήσω,
ἕνα λεπτάκι μοναχὰ θὰ σᾶς ἀπασχολήσω.


Ἐγώ, ὅπως ἴσως ξέρετε ἢ ἴσως ἀγνοεῖτε
εἶμαι μεγάλος ποιητὴς καὶ ἔχω κι ἱστολόγιο
μὰ μὲ τὴν κρίσι ποὔχουμε δὲν πρόκειται νὰ βρῆτε
κανένα γιὰ τοὺς ποιητὲς δημόσιο μισθολόγιο.
Οἱ στίχοι δὲν πληρώνονται στὶς μέρες μας, τὸ ξέρω
μὰ δίχως τὰ στιχάκια μου στὸ δίκτυο ὑποφέρω.

Κι ἔπειτα μοῦ ‘πανε γιὰ σᾶς πὼς εἶσθε καὶ προστάτης
τῆς ἀπροσκόπτου, ἀκώλυτης ἐλευθερίας λόγου
κι ἀκόμη κι ἂν ἡ Θέμιδα διατάξῃ τὰ δικά της
δὲν θὰ φιμώσετε ποτὲ σελίδα ἱστολόγου.
Καὶ θἆταν ἰδιαίτερα γιὰ σᾶς μεγάλο κρῖμα
νὰ εἶσθε τόσο φειδωλὸς μὲ τὸ δημόσιο χρῆμα.

Γιατί λοιπὸν κὺρ πρύτανι τὴν forthnet νὰ πληρώνω
καὶ νἄχω τύψεις κι ἐνοχὲς στὸν ὕπνο μου τὸ βράδυ
πὼς μὲ τὰ λίγα μου λεφτὰ βοηθῶ καὶ γιγαντώνω
τοὺς καπιτάλες ποὺ ὅλοι τρῶν τὸ αἷμα μας σὰν λάδι;
Ἄσε κι ἐμένα δωρεὰν ἐντὸς τοῦ διαδικτύου
νἄχῃς τὴν εὔνοια κι ἀνοχὴ τοῦ Κορνηλιοδικείου».

1 σχόλιο:

  1. Δεν ημπορώ, δεν δύναμαι
    Τους τόνους να μην βλέπω
    Τα άτιμα τα πνεύματα
    Πάντα να παραβλέπω

    Γι’ αυτό, λοιπόν, παρήγγειλα
    Το νέο μου κομπιούτερ
    Με όλα τα συμπράγγαλα
    Με ηχεία και με γούφερ

    Του φόρτωσα παράθυρα
    Εφτά τον αριθμόν
    Να βλέπω πια τα γράμματα
    Στο πολυτονικόν.

    voulagx

    ΑπάντησηΔιαγραφή