ΑΝΤΙΓΟΝΗ –ΜΙΚΗΣ
Τὰ ἔμαθες Ἰσμήνη μου τὰ ἄσχημα τὰ νέα;
Θαρρῶ γιὰ ὅσα γίνονται δὲν ἔχεις κἂν ἰδέα:
Ὁ κὺρ Μπουτάρης ἔβγαλε Σουλτανικὸ φιρμάνι
καὶ στὴν πλατεῖα θέλησε δεκτὸ νὰ μὴ μὲ κάνῃ,
μοὺ λέει «σῦρε παρ’ἐκεῖ στὴν ἄλλην τὴν πλατεῖα»
σὲ ποιόν; σ’ἐμένα ποὔγραψα τὴν Θεία Λειτουργεία!
Ποιος εἶν’αὐτὸς ὁ χαμερπὴς καὶ τί καπνό φουμάρει,
τὸ ξέρει πὼς συνέθεσα ἐγὼ «τὸ παλληκάρι»;
Γωνιὰ γωνιὰ ἂς μὲ κυνηγᾷ κι ἂν θέλει βράχο βράχο,
δὲν σέβομαι τὸν τύραννο, δὲν προσκυνῶ τὸν Βλάχο!
Θὰ ῥοβολήσω τώρα δὰ λεβέντικα τὴν στράτα
καὶ θ’ἀπευθύνω μήνυμα στὰ ὠργισμένα νειᾶτα,
μὲ τὶ καημούς, μὲ τὶ πνοὴ ποὺ καρτεροῦν τὴν Σπίθα,
ἄχ Θέ μου Πρωτομάστορα, τὸν δοῦλο σου βοήθα!
Σὲ τοῦτα ἐδῶ τὰ μάρμαρα στ’ὁρκίζομαι, Ἰσμήνη,
τὸν ἀψηφῶ καὶ ὄρθιο μηδὲ λιθάρι ἂς μείνῃ!
ΚΡΕΩΝ-ΜΠΟΥΤΑΡΗΣ
Ποιος ἀψηφᾷ τὸν λόγο μου, για φέρτε τὸν μπροστά μου,
τὸ αἷμα τώρα θὰ τοῦ πιῶ σὰν νἆταν τὰ κρασιά μου,
κι ἂς εἶναι ὅποιος στὴν εὐχή, κι ὁ ἴδιος ὁ Ὀμπάμα,
τὸν θάβω τώρα ζωντανό, δημόσιο τὸ τάμα!
Ὁρκίζομαι στὸν Ἀτατούρκ: θὰ νιώσῃ ὅλη τὴν φρίκη
ἀλλιῶς δὲν εἶμαι ἄξιος νὰ φέρω σκουλαρίκι,
τὸν θάβω ἀπόψε ζωντανὸ γιὰ νὰ τὸ ξέρουν ὅλοι
νὰ δοῦν ποιανοῦ τὸ πρόσταγμα περνᾷ σ’αὐτὴν τὴν πόλι!
ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ-ΑΝΘΙΜΟΣ
Δήμαρχε ὁ λόγος σου βαρὺς καὶ νὰ τὸν πάρῃς πίσω
ἂν θὲς στὸ μέλλον ἥσυχο γιὰ πάντα νὰ σ’ἀφήσω,
ἀλλιῶς τὰ πλήθη κουβαλῶ στὸ δημαρχεῖο ἀπ’ ἔξω
κι ἀντὶ μὲ γάργαρο ἁγιασμὸ μὲ σάλιο θὰ σὲ βρέξω,
Θυμᾶσαι τὶς ζαλάδες σου σὰν ἤσουν στὴν μαστούρα;
Πιὸ δυνατὰ θὰ αἰσθανθῇς μ’ αὐτὴν τὴν ἁγιαστούρα:
θὰ σοῦ ῤθη κατακέφαλα σὰν ῥόπαλο ἀπ’ ἀτσάλι
καὶ θὰ σοῦ σπάσῃ αὐθωρεὶ καὶ σβέρκο καὶ κεφάλι,
γι’αὐτὸν τὸν λόγο ἄλλαξε καὶ ἄφησε τὸν Μίκη
νὰ δῇς χειροκροτήματα κι ἐσὺ οὐρανομήκη.